- συνεπαγομένη
- συνεπάγωlead together againstpres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ψύξη — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται οι σωματικές βλάβες, που προκαλούνται από το ψύχος. Οι βλάβες αυτές διακρίνονται σε τοπικές και σε γενικές. Οι πρώτες λέγονται συνήθως χείμεθλα ή κρυοπαγήματα. Είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί μέχρι ποιο βαθμό… … Dictionary of Greek
Μάρσαλ, Νησιά — Νησιωτικό κράτος του Ειρηνικού ωκεανού, στο ευρύτερο νησιωτικό σύμπλεγμα της Μικρονησίας, στην Ωκεανία.Tα νησιά ανακαλύφθηκαν από τον Iσπανό Nτιέγκο δε Σααβέδρα, τον 16ο αι., ο οποίος τους έδωσε την ονομασία Λος Πιντάδος, από τη συνήθεια που… … Dictionary of Greek
πυρηνική σύντηξη — Αντίδραση στην οποία πυρήνες που διαθέτουν υψηλότατη ενέργεια συγκρούονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να ανακαταταγούν τα αντίστοιχα νουκλεόνιά τους (πρωτόνια και νετρόνια), σχηματίζοντας δύο ή περισσότερα προϊόντα αντίδρασης, και να… … Dictionary of Greek